
Η χημειοθεραπεία και η ακτινοθεραπεία χρησιμοποιούνται συχνά για τη θεραπεία του καρκίνου, ωστόσο δεν είναι άμοιρες επιπλοκών καθώς μπορεί να τραυματίσουν την καρδιά. Αυτή η πιθανή παρενέργεια ονομάζεται καρδιοτοξικότητα. Η καρδιοτοξικότητα μπορεί να προκύψει κατά τη διάρκεια της θεραπείας ή εντός ημερών, μηνών, ακόμα και ετών μετά την επιτυχή θεραπεία του καρκίνου. Αυτές οι επιπλοκές μπορούν δυνητικά να επηρεάσουν την ποιότητα ζωής καθώς και το προσδόκιμο.
Οι συχνότερες παθήσεις που μπορεί να εμφανιστούν κατά τη διάρκεια ή μετά από τη θεραπεία μιας κακοήθειας είναι:
· Καρδιακή ανεπάρκεια
· Στεφανιαία νόσος
· Βαλβιδοπάθεια (κυρίως της αορτικής βαλβίδας)
· Συμπιεστική περικαρδίτιδα
· Ανεύρυσμα θωρακικής αορτής
Διάγνωση
Είναι σημαντικό, οι ασθενείς που διαγιγνώσκονται με κάποια κακοήθεια, να ελέγχονται καρδιολογικά πριν την έναρξη οποιασδήποτε θεραπείας, ώστε να καθορίζεται η καρδιακή λειτουργία πριν την έναρξη της θεραπείας και να χρησιμοποιείται ως κατάσταση αναφοράς. Ακολούθως, μεταξύ των συνεδριών χημειοθεραπείας ή ακτινοβολίας, κρίνεται σκόπιμο να επανελέγχεται η καρδιακή λειτουργία σε τακτά χρονικά διαστήματα καθώς και μετά το πέρας των θεραπειών. Οι ασθενείς που έχουν λάβει θεραπεία για καρκίνο έχουν αυξημένες πιθανότητες να εμφανίσουν κάποια νόσο του καρδιαγγειακού συστήματος ακόμα και 20 έτη αργότερα. Γι’ αυτό το λόγο συνιστάται η αυστηρή αποφυγή έκθεσης στους κλασικούς παράγοντες κινδύνου για ανάπτυξη καρδιαγγειακής νόσου.
